ΕΚΤΑΚΤΟΣ ΦΟΡΟΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ   (ΒΑΡΛΙΚ ΒΕΡΓΚΙΣΙ)

και τριγυρνάνε έξω απ’ τα τείχη της πατρίδας τους ψάχνοντας  τόπο να ριζώσουνε στη νύχτα……….

ΜΝΗΜΗ ΣΙΩΠΗΣ

Ακριβώς πριν από 80 χρόνια (11 Νοεμβρίου 1942) ψηφίστηκε από την τουρκική Εθνοσυνέλευση με την υποστήριξη των περισσοτέρων βουλευτών το νομοσχέδιο 4305 περί φόρου περιουσίας. Ένα νομοσχέδιο με την πρόφαση καταπολέμησης της μαύρης αγοράς που δημιούργησαν οι συνθήκες του πολέμου και που θα άλλαζε την ιστορία μιας νέας χρονολογικά χώρας που καυχιόταν κιόλας ότι δεν πήρε μέρος στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και για άλλους τρόπος αναζήτησης εσόδων για πιθανή εμπλοκή της Τουρκίας στον πόλεμο. Ένας νόμος που ενώ ψηφίστηκε  με πρόβλεψη να ισχύει για όλους τους πολίτες τελικά  εφαρμόστηκε με σκοπό τον οικονομικό αφανισμό των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων της Τουρκίας.

Η δήλωση του τότε πρωθυπουργού Σουκρού Σαράτσογλου του Δημοκρατκού Λαϊκού κόμματος, αμέσως μετά την υπογραφή του νόμου από τον πρόεδρο Ισμέτ Ινονού και δημοσίευση του στην επίσημη εφημερίδα του κράτους, αποτελούσε και την επισημοποίηση του σκοπού των γειτόνων μας. Είπε :’’ο νόμος αυτός της μεταρρύθμισης μας θα μας βοηθήσει να απαλλαγούμε από τους ξένους που κυριαρχούν στην αγορά μας, να κερδίσουμε την οικονομική μας ανεξαρτησία και τέλος η τουρκική αγορά να περάσει σε χέρια τουρκικά’’.

Άλλωστε κοινό μυστικό ήταν η λαχτάρα του διώκτη των Χριστιανών, Ινονού, να απαλλάξει την χώρα από τις μειονότητες. Ο Κεμάλ ήταν αυτός που τον φρέναρε, κι αυτό γιατί ο ίδιος ο μεταρρυθμιστής της Τουρκίας  πίστευε στην πολυπολιτισμικότητα αλλά και στην μη ποιότητα των γηγενών.

Έτσι ιδρύθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και κατοικούσαν πολλές μειονότητες, τρεις επιτροπές  που έργο τους ήταν να υποχρεώσουν, χωρίς καμμιά διάκριση πτωχών ή πλουσίων, τους πολίτες να πληρώσουν τον φόρο αυτό.

Το 1952  ο Φαϊκ Οκτέ, οικονομικός έφορος της Κωνσταντινούπολης που είχε την ευθύνη της εφαρμογής του νόμου, έχοντας ίσως τύψεις συνείδησης, δημοσίευσε βιβλίο με τον τίτλο «Η συμφορά του φόρου Ευμάρειας» (VARLIK VERGISI FACIASI) με το οποίο αποκάλυψε όλον τον μηχανισμό της εφαρμογής του νόμου κατά των μειονοτήτων. Το ύψος του φόρου για τις μειονότητες καθοριζόταν από τον τοπικό κομματάρχη του Λαϊκού Κόμματος με εντελώς υποκειμενικά κριτήρια και δεν υπήρχε η δυνατότητα ένστασης. Ο φόρος για τους μουσουλμάνους ήταν μόλις 5% επί της αξίας των ακινήτων τους , όταν ήταν 180% για τους Εβραίους, 160% για τους Ρωμιούς και 230% για τους Αρμένιους εναντίον των οποίων και ουσιαστικά στρεφόταν ο νόμος.  Ο φόρος έπρεπε να πληρωθεί εντός 20 ημερών και σε περίπτωση μη πληρωμής εκποιείτο ολόκληρη η περιουσία του θύματος. Αν παρέμενε οφειλή, τα θύματα συλλαμβάνονταν και εξορίζονταν στη «Σιβηρία της Ανατολής», στο Άσκαλε και Κοπ-Νταγί δουλεύοντας για 100 γρόσια την ημέρα για να εξοφλήσουν την οφειλή τους.

Δύο χιλιάδες πεντακόσια άτομα των μειονοτήτων ταλαιπωρήθηκαν, τεράστιες περιουσίες χάθηκαν, αυτοκτονίες και 30 θάνατοι ήταν ο απολογισμός ενός καπρίτσιου της Δημοκρατικής Λαϊκής  κυβέρνησης. Τελικά αφού η εφαρμογή του νόμου επέφερε τρομερή κρίση στην αγορά των αγαθών και στις οικονομικά ασθενείς τάξεις της χώρας  και κάτω από την πίεση των ΗΠΑ και Αγγλίας καταργήθηκε τον Μάρτιο του 1944. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ελληνική μειονότητα, αν και αποτελούσε το 0,5% του συνολικού τουρκικού πληθυσμού, συνεισέφερε το 20% του συνολικού εισοδήματος της χώρας, που προήλθε από τον εν λόγω φόρο.

   ΑΠΟΣΚΟΠΟΥΣΑΝ  ΣΤΟΝ ΑΦΑΝΙΣΜΟ ΤΩΝ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ

Ένας Ακαδημαϊκός, ο Ισίλ Ντεμιρέλ, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει μελέτη για τις πολιτικές εναντίον των μειονοτήτων έγραψε τα εξής :  ΄΄Ο στόχος του νόμου περί φόρου περιουσίας ήταν η απώλεια του κοινωνικού επιπέδου των μη μουσουλμάνων. Εξ ου και η αλλαγή κατοικιών και χώρων εργασίας που δεν σήμαινε τίποτε περισσότερο από την αλλαγή της κουλτούρας των. Νόμιζαν ότι με την απαγόρευση επαγγελμάτων στις μειονότητες θα σήμαινε και το τέλος των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.

Η γελοιοποίηση της πολυκουλτούρας που σήμερα παρατηρούμε στο κέντρο του Πέρα θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι κατά κάποιο τρόπο αποτέλεσμα της από τότε εφαρμογής του σχετικού νόμου. Δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι  δεν μπορούσες να  περπατήσεις στο Ιστικλάλ χωρίς να φοράς καπέλο, που θεωρούνταν ευρωπαϊκό και όχι τουρκικό (όρα Φέσι).

Εν πάσει περιπτώσει είναι γνωστό πως η υψηλού επιπέδου εκπαίδευση των μειονοτήτων, η εργατικότητα τους, η πείρα τους στο εμπόριο και η γλωσσομάθεια τους είχαν σαν αποτέλεσμα να καταλαμβάνουν τις καίριες θέσεις στην αγορά εργασίας αφήνοντας τους γηγενείς να ζουν αόρατοι σε μια κοινωνία καθαρά δική τους΄΄. Κι αυτό ήταν ασυγχώρητο.

                                 ΓΥΨΟ ΛΟΙΠΟΝ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ

Άλλος ένας ακαδημαϊκός, ο Οζγκιούρ Καϊμάκ, ο οποίος διεξάγει έρευνα για τις μειονότητες και τις πολιτικές ταυτότητας, λέει:  ΄΄Ο φόρος περιουσίας αντιπροσωπεύει τόσο οικονομικό τραύμα όσο και τραύμα εμπιστοσύνης για τις μειονότητες. Μιλάμε για μια ανάμνηση που δεν πρέπει να ξεχαστεί, να φιμωθεί αλλά να μεταδοθεί για γενιές στην οικογένεια. Η κοινωνία πρέπει να μάθει για το πογκρόμ της Θράκης του 1934, τον φόρο περιουσίας, τα γεγονότα της 6ης-7ης Σεπτεμβρίου, τις απελάσεις με αίτιο κάποιον ‘’Μακάριο’’. Μέχρι πρόσφατα, πολλοί Εβραίοι, Έλληνες και Αρμένιοι δεν γνώριζαν τι συνέβη τότε στις οικογένειές τους  ή είχαν αποσπασματικές ιστορίες΄΄, και συνεχίζει

Αν και αυτές οι αναμνήσεις έχουν αρχίσει να αναδύονται μέσα από μυθιστορήματα όπως η τηλεοπτική σειρά Club και το Çember Apartment, η γενικότερη εκτίμηση είναι πως η τρίτη μετά τα συμβάντα γενεά πολύ λίγα θα έχει να εξιστορεί στα παιδιά της καθότι και η ίδια  η παθούσα θέλει να ξεχάσει τις οδυνηρές αυτές αναμνήσεις. Κι όμως, τα τραύματα αιμορραγούν και η διαγραφή τους θα είναι πολλή δύσκολη. Φορολογικές αποδείξεις και σφραγίδες της μισητής εκείνης εποχής  εξακολουθούν να  φυλάσσονται σαν σύμβολα και να ΄΄κοσμούν΄΄ τους τοίχους των σπιτιών τους. Αυτές οι σιωπηλές πηγές μνήμης των μειονοτήτων, που πλέον δεν ζουν ή ζουν στο εξωτερικό περιέργως δεν αποτέλεσαν στοιχεία μίσους ή εχθρότητας ενάντια του τόπου που γεννήθηκαν. Είτε για να προστατεύσουν τα μέλη της οικογένειάς των, αν αυτά ζουν ακόμη στην Κωνσταντινούπολη, είτε γιατί θεώρησαν  την γενέτειρά τους κάτι υπέρτατο και μετέφεραν ότι αρνητικό έζησαν στο παρελθόν βαθιά στην ψυχή τους, η οποία με τη σειρά της το κάλυψε με νοσταλγία και ωραίες αναμνήσεις της νεότητας τους. Έτσι παρέμειναν σιωπηλοί με σβηστή τη γλώσσα. Ιδιαίτερα για όσους εκ των τριών μειονοτήτων  παρέμειναν στην Πόλη ο φόβος είναι σημαντικός παράγων για να μην μεταφέρουν αυτές τις εμπειρίες στα παιδιά τους. Τα θέματα παραμερίστηκαν σκόπιμα ή φιμώθηκαν γιατί πονούσαν.

                          ΠΟΙΟΣ Ο ΛΟΓΟΣ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ

Τα αποτελέσματα όλων αυτών των μειονοτικών πολιτικών, ειδικά του φόρου περιουσίας, ήταν αρκετά καταστροφικά για την Τουρκία. Το ένα τρίτο των Τούρκων Εβραίων, γύρω στα 30.000 άτομα πήγαν στο Ισραήλ, το οποίο ιδρύθηκε το 1948 μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το γεγονός ότι υπήρξε μια τόσο έντονη μετανάστευση ήταν επίσης ένας δείκτης του τρόπου με τον οποίο οι μειονότητες καταστέλλονταν από τις φορολογικές πολιτικές. Το 1948, οι Εβραίοι μετανάστευσαν από μια χώρα που είχε κηρύξει την ανεξαρτησία της μέσω επαναστάσεων με ιστορία 25 ετών, σε μια νεοσύστατη χώρα όπου δεν ήταν ξεκάθαρο τι θα έφερνε ο χρόνος και όπου δεν μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη. Αφήνοντας πίσω τους εκατοντάδες χρόνια ιστορίας.

Χρόνια αργότερα, όταν τους ρωτούσαν γιατί πήγαν στο Ισραήλ, έλεγαν: «Δεν υπήρχε λόγος να μείνουν». Η πλειοψηφία του εναπομείναντος ελληνικού πληθυσμού θα εγκαταλείψει τη χώρα με το πογκρόμ της 6ης-7ης Σεπτεμβρίου 1955 και της απελάσεις του 1964.

      ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΕΛΕΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΕ ΚΑΚΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ

Ο Δρ. Αϊχάν Ακτάρ στο βιβλίο του με τίτλο Wealth Tax and Turkification Policies, αποκαλύπτει την άποψη όσων ανέλαβαν την ιστορία του φόρου σε κρατικά επίπεδα εκείνη την εποχή. Ο Οικονομικός Επιθεωρητής  Μπουρχάν Ουλουτάν ήταν ένας από τους οικονομικούς επιθεωρητές που εφάρμοζε προσωπικά τον φόρο περιουσίας. Και τις μέρες  που εφαρμόστηκε ο νόμος, συνάντησε τον Φαζίλ Πελίν, τον καθηγητή του στα οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης.          Ο δάσκαλός του του είπε ότι αυτό που κάνουν είναι λάθος και τον επέπληξε λέγοντας: «Έτσι σε έμαθα;».

Ο Ουλουτάν απολογήθηκε ότι το τουρκικό έθνος ήταν ανίσχυρο από τις συνθηκολογήσεις. «Οι Τούρκοι είναι ακόμα κάτω από τα πόδια των μειονοτήτων και αυτοί (οι μειονότητες) κερδίζουν ξανά. Δεν είναι απαραίτητο να διορθωθεί αυτό;» ρώτησε τον δάσκαλό του. Η Πελίν του είπε ευγενικά ότι είχε δίκιο και πρόσθεσε την ακόλουθη πρόταση: «Υπάρχει ένα ρητό, ξέρεις. Μια από τις πιο όμορφες φράσεις των Οθωμανών: «Κεμ αλάτ και Κεμαλάτ δεν μπορούν να συνυπάρχουν» λένε (Δεν υπάρχει τέλεια δουλειά με κακό εργαλείο).»

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *