ΧΑΛΚΗ, Η ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΟΣΤΑΛΓΟΥ

Ξέρω ότι το να αγαπάς έτσι τη Χάλκη δεν είναι κάτι το τόσο ιδιαίτερο. Νέες γενιές ανθρώπων έρχονται, ερωτεύονται το νησί   και η Χάλκη αποκτά νέους εραστές.  Γνωρίζουν όμως όλοι αυτοί για την Χάλκη όλα όσα θα πρέπει ;                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                   Nejat Gulen 

Σαν πρόλογος.

Σπαρμένα στο στόμιο του Αστακηνού κόλπου τα κυριότερα νησιά της Προποντίδας, τα Πριγκηπόννησα απέχουν  20 χλμ από την Πόλη και μόλις 5 χλμ από τις ασιατικές ακτές της Βιθυνίας. Τον 7ο αιώνα αποικήθηκαν από τους Μεγαρείς αλλά πολύ νωρίτερα κατά τον 4ο αιώνα π.Χ  μνημονεύονται για πρώτη φορά από τον Αριστοτέλη σαν Δημόννησοι.

 Αργότερα επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας ονομάστηκαν Kesis adalar (νησιά μοναχών) ή και Ruh adalar (νησιά της ψυχής). Τελικά ένα από αυτά υπήρξε ιδιοκτησία του βυζαντινού πρίγκηπα Ιουστίνου Κουροπαλάτη, ανηψιού του Ιουστινιανού του Β’, ο οποίος το 569 μ.Χ. έκτισε ένα παλάτι πάνω σ αυτό. Έκτοτε το νησί ονομάστηκε νήσος του πρίγκηπα και κατ επέκταση τα γύρω νησιά Πριγκηποννήσια. Αυτά είναι:  η Πρίγκηπος, η Χάλκη, η Αντιγόνη, η Πρώτη, η Αντιρόβυθος πίσω από την Πρίγκηπο, η Πίτα, μεταξύ Χάλκης και Αντιγόνης, τα μακρυνά προς νότο Νέανδρος ή Λαγούσα, Οξειά και Πλάτη και τώρα τελευταία  οι ύφαλοι Βορδώνες που βρίσκονται 500 μέτρα ανοικτά του Bostanci , της ασιατικής ακτής. Όπως διάβασα στους Βορδώνες είχε το ησυχαστήριό του ο πατριάρχης Φώτιος, όταν ξέσπασε διαμάχη με τον Ιγνάτιο για τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, και κατ επέκταση οξύτητα με την Εκκλησία της Ρώμης, για την οποία διαμάχη η πολιτεία του Φωτίου υπήρξε μία από τις σημαντικότερες αφορμές. Το σύμπλεγμα καταποντίστηκε το 1010 σε ένα μεγάλο σεισμό μερικά μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας με αποτέλεσμα το μοναστήρι και τα κτίσματα του να βυθιστούν κάτω από τα νερά της θάλασσας του Μαρμαρά. Σήμερα γίνονται ενάλιες ανασκαφές από Τούρκους αρχαιολόγους και παραμένει  μεγάλο γεωλογικό αλλά και συμβολικό το ερώτημα της απροσδόκητης  ανάδυσης, ιδίως αυτή την εποχή.

Κιβωτοί της Ορθοδοξίας και εστίες Βυζαντινού Ελληνισμού τα Πριγκηπόννησα αποτέλεσαν ένα προνομιούχο καταφύγιο για τους Γραικούς της Πόλης αφού και με σουλτανικά διατάγματα παραχωρήθηκαν στους Ρωμιούς και σε κανένα Τούρκο δεν ήταν επιτρεπτό να μετοικήσει σ αυτά.

Οι Τούρκοι σήμερα τα ονομάζουν Kizil adalar, δηλαδή ερυθροννήσια, από το χρώμα που έχουν τα βράχια στις ακτές και το χώμα τους,  Seytan adalar, Διαβολοννήσια και Papaz adalar, Παπαδοννήσια, λόγω των πολλών μοναστηριών.

 Η Χάλκη είναι ένα καταπράσινο νησί και έχει το πιο πυκνό πευκοδάσος απ όλα τα άλλα νησιά. Το όνομα του νησιού οφείλεται στην ύπαρξη ορυχείων σιδήρου, αλλά κυρίως χαλκού, εξ ού και  η ονομασία του. Απέχει από το προηγούμενο νησί, την Αντιγόνη 20 λεπτά ατμοπλοϊκώς και από το επόμενο, την Πρίγκηπο μόλις 10 λεπτά. Τ

Η Πρίγκηπος, που θεωρείται και η πρωτεύουσα των Πριγκηποννήσων, ήταν μεγαλοαστική  με καθρέπτη τα μεγαλοεπίβολα ξύλινα θέρετρά της, τα επώνυμα αρχοντικά της με τους μεγάλους κήπους της γεμάτους παρτέρια με ειδών ειδών λουλούδια, ενώ η Χάλκη μεσοαστική χωρίς όμως να νοιώθει υποτιμημένη μπροστά στον μεγάλο της αντίπαλο αφού η ύπαρξη της Θεολογικής Σχολής και μόνο την κρατούσε και την κρατά  σε υψηλά επίπεδα τουριστικού αλλά και θρησκευτικού ενδιαφέροντος ανά την υφήλιο.

Άλλωστε όλα τα νησιά αποτελούν τόπους  τουρισμού,  παραθερισμού και όχι διακοπών.          

Οι οικογένειες, τα παιδιά που έρχονταν τα καλοκαίρια ζωντανεύαν την αγορά, τα εστιατόρια, τα καταστήματα και τις θάλασσες που για περίπου 5 μήνες έσφυζαν από κόσμο.

Στη Χάλκη υπάρχουν τρείς λόφοι. Ο λόφος της Ελπίδας ύψους 85 μ. στην κορυφή του οποίου δεσπόζει η Θεολογική Σχολή, ο λόφος όπου και η μονή Μακαρίου που μαζί με τον τρίτο λόφο του οικισμού  σχηματίζουν τρεις καμπούρες καμήλας. Γι αυτό και στα τουρκικά το νησί ονομάζεται Heybeliada, Καμπουρονήσι. Ο μοναδικός κεντρικός οδικός άξονας του νησιού διαπερνά τον οικισμό και χωρίζει τον ιερό λόφο από τους άλλους δύο.

Το νερό στη Χάλκη πάντα ήταν δυσεύρετο και το νησί υδρεύετο από τρία αστείρευτα πηγάδια. Το ένα βρίσκεται στην περιοχή του ελληνικού σχολείου και το ανακάλυψαν πρόσφατα. Ακόμη και σήμερα ειδικά υδροφόρα πλοιάρια εξασφαλίζουν στο νησί το νερό για τις ανάγκες του.

Η Χάλκη καταστράφηκε δύο φορές από πυρκαγιά, τη μόνιμη απειλή όλων των νησιών που ελοχεύει να τα καταστρέψει από μια απλή απροσεξία, μια μόνο σπίθα.

Πολλά εντυπωσιακά θέρετρα εύπορων Ρωμιών της χρυσής εποχής κοσμούν μέχρι και σήμερα τα στριφογυριστά και αδιέξοδα δρομάκια του νησιού. Το ενδιαφέρον εστιάζεται  σε διώροφα αλλά και τριώροφα ξύλινα αρχοντικά του 19ου και 20ου αιώνα που  διατηρούν ακόμη την παλιά τους αίγλη.

Στη Χάλκη, όπως και σε όλα τα Πριγκηπόννησα , απαγορεύεται η κυκλοφορία αυτοκινήτων, πλην αυτών της αστυνομίας και πυροσβεστικής, και όλες οι μετακινήσεις πραγματοποιούνται με αμαξάκια και ποδήλατα.

Τα ποδήλατα στην εποχή μου αποτελούσαν όχι μόνο μέσο μετακίνησης αλλά και δείγμα καταξίωσης ή ακόμα και κοινωνικού επιπέδου. Τα αγγλικά  BSA  και Raleigh, τα γαλλικά  Peugeot και Automoto, τα Mercier, τα Hercules και πολλές άλλες μάρκες που σαν τροχοφόρα κι αυτά υπάκουαν σε αυστηρούς κανόνες οδικής συμπεριφοράς. Επί παραδείγματι χρειαζόσουν άδεια οδήγησης (ehliyet) για να οδηγήσεις ποδήλατο, διαφορετικά κινδύνευες με πρόστιμο από τους δημαρχιακούς υπαλλήλους που εκτελούσαν και χρέη τροχονόμων και επόπτευαν το νησί.

Το πλοίο παίρνει τη στροφή από τον κάβο του Ιερού λόφου και τώρα κάνει «κράτει» στις μηχανές του, και ήρεμα, τόσο ήρεμα που ακούς την πλώρη να σκίζει το νερό, ακουμπά το βάρος του στα σαμάρια της αποβάθρας. Τα σχοινιά δένουν το σιδερένιο θηρίο με επικίνδυνους τριγμούς και τελικά το ακινητοποιούν  για να αδειάσει τον κοσμάκη στο νησί. Κάποιοι βιαστικοί, δεν περιμένουν τη σκάλα για να αποβιβαστούν και πηδάνε έξω από το πλοίο για να βγούνε πρώτοι, ενώ κάποιοι άλλοι περιμένουν να επιβιβαστούν  για την Πρίγκηπο, το τελευταίο νησί από τη σειρά των Πριγκηποννήσων. Δίνουμε το ορθογώνιο χαρτονάκι (μπιλέτο) στον ελεγκτή και νάμαστε έξω.

  Κ α λ ώ ς    ή λ θ α μ ε    σ τ η ν    π α ν έ μ ο ρ φ η   Χ ά λ κ η    του  ‘ 63 !

Αριστερά μας δεσπόζει το συγκρότημα του Ναυτικού Λυκείου με τα περίτεχνα και τεράστια ψηφιδωτά του. Είναι μια στρατιωτική σχολή που κατατάσσεται στις θετικές επιστήμες του Υπουργείου Παιδείας και που προετοιμάζει σπουδαστές για το Ναυτικό Πολεμικό της Τουρκίας. Ιδρύθηκε το 1773 επί Μουσταφά του Γ΄ με έδρα τα ναυπηγεία του Κασίμπασα στον Κεράτειο κόλπο και με την ονομασία  Bahr-i-Humayun από τον αλγερινό Χασάν Πασά. Το 1851 και κατά την περίοδο Tanzimat (1839-1876), δηλαδή μεταρρυθμίσεων με στόχο την αναδιοργάνωση και εκσυγχρονισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η έδρα μεταφέρεται κι αυτή στη Χάλκη, στην πλατεία της Γλύφας,όπου ήταν και το κεντρικό πηγάδι του νησιού, και μετονομάζεται σε Bahriye-I Sahane . Το 1928 η ονομασία της αλλάζει σε Σχολή Πολεμικού Ναυτικού ενώ το 1941-46 το εκπαιδευτικό τμήμα της σχολής μεταφέρεται στη Μερσίνη για να επανέλθει στη Χάλκη το 1947, στο τέλος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου . Το 1963 διαχωρίζεται το λύκειο  από την πολεμική σχολή η οποία τελικά το 1985 μεταφέρεται στην Τούζλα.

Αξιοσημείωτο είναι να αναφέρουμε ότι μέσα στη σχολή είναι κρυμμένη η Μονής της Παναγίας της Καμαριώτισσας. Ο σταυροειδής αρχιτεκτονικός της ρυθμός είναι μοναδικός σε όλη την Πόλη. Η εικόνα της  Παναγίας έχει μεταφερθεί στη Θεολογική σχολή.

Ονομάστηκε  Καμαριώτισσα επειδήη καμπάνα της μονής ήταν κρεμασμένη πάνω σε μια πετρόκτιστη καμάρα. Αν και είναι δύσκολη έως ακατόρθωτη η προσέγγιση μας στη μονή δεν παύει για μας τους Χαλκιανούς να αποτελεί το ένα από τα τέσσερα μοναστήρια του νησιού.

Ένα παγωτό από το γωνιακό παγωτατζίδικο θεωρείται απαραίτητο δροσιστικό για το καλωσόρισμα και το περπάτημα στην αγορά του νησιού.

Μια αγορά όπου από παλιά οι ρωμηοί αποτελούσαν το σύνολο των καταστηματαρχών και των πλανόδιων πωλητών του νησιού.

Στη γωνιά που βρίσκεται διαγώνια στην είσοδο της Ναυτικής σχολής ήταν η Τράπεζα Εργασίας ( Is bankasi ).  Παραδίπλα της το Αστυνομικό τμήμα ( karakοl ) και ανάμεσά τους ένα κεμπαπτζίδικο. Λίγο παρακάτω και αριστερά μας θα συναντούσαμε το ντονερτζίδικο (γύρος) του kel Ibrahim , ενός τουρκαλβανού γενίτσαρου με ξυρισμένο το κεφάλι που κρατώντας ένα μακρύ μαχαίρι για να κόβει τον γύρο, μας έκοβε και τα ήπατα με την αγριόφατσά του που κάθε άλλο παρά κράχτης για το μαγαζί του αποτελούσε.

Απέναντι και στη γωνία ήταν το εστιατόριο του Γρηγόρη, που είχε καεί πριν κάμποσα  χρόνια και στοιχειώνει παλιές αναμνήσεις από τα ερείπιά του. Στέκι της ομογένειας ο Γρηγόρης και σημείο αναφοράς για τους νησιώτες όταν ήθελαν να αναφέρονται σε ρακοκατανύξεις με μεζέδες. Λακέρδα με κρεμμύδι, τσιροσαλάτα, μελιτζανοσαλάτα, γαριδοσαλάτα, ρόκα, παλαμίδα, κεφτεδάκια, σουτζουκάκια, παστουρμάς, σουτζούκι στο σαγανάκι και άλλοι πολλοί μεζέδες αποτελούσαν τις ναυαρχίδες των εδεσμάτων που προσέφερε ο Γρηγόρης ως προκαταρκτικά. Θα ακολουθούσαν οι γαρίδες στη σχάρα, τα καλκάνια, τα χελιδονόψαρα καπαμάς και ο αστακός.  Αργότερα μπρος στα ερείπια του ιστορικού εστιατορίου είχει στρώσει την πραμάτεια του ο μοναδικός εφημεριδοπώλης του νησιού που πουλούσε όλο τον ημερήσιο τύπο που κατέφθανε στη Χάλκη με το πρώτο πλοίο της γραμμής. Hurriyet, Milliyet, Sabah, Havadis, Cumhuriyet, Aksam, Dunya, Son Saat, Celik Βilek, Tom Miks, Kinova, Pekos Bill, Zamora, Teksas αλλά και ελληνικό τύπο Απογευματινή, Εμπρός, Μικυ Μάους, Θησαυρός και Ρομάντζο. Πάντα ήμουν φαν του Μπλέκ και του Τομ Μιξ αλλά και του Μίκυ Μάους όταν κυκλοφορούσε σε μεγάλο μέγεθος που πλέον μόνο σαν συλλεκτικό μπορεί να θεωρηθεί.

Απέναντι  στον εφημεριδοπώλη υπήρχε ένα μπακάλικο και στην άλλη γωνιά το μεζεδοπωλείο. Από εκεί άρχιζε η πιάτσα των αμαξιών, που περίμεναν την πελατεία τους. Στην άλλη πλευρά του δρόμου υπήρχε το καφενείο (καζινάκι) του Τσάκωνα. Ο κυρ Γιάννης , ο ιδιοκτήτης, είχε καταγωγή την Τσακωνιά, περιοχή που βρίσκεται μεταξύ ΝΑ Αρκαδίας και Λακωνίας με πρωτεύουσα το Λεωνίδιο. Οι μανάδες μας περνούσαν την ώρα τους με τα πλεχτά τους και απολάμβαναν το περίφημο γλυκό κουταλιού βανίλια (υποβρύχιο) όσο περίμεναν το πλοίο που θα μας έφερνε τον πατέρα μας από την Πόλη.

Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι η παρουσία  του ελληνικού στοιχείου σε όλη την περίμετρο της Προποντίδας που ο Εβλιγιά Τσελεμπί το 1641 αποκαλεί Θάλασσα της Ρωμιοσύνης, ήταν κάτι παραπάνω από σημαντική. Ακόμη και ο Πορθητής έδωσε ειδικά προνόμια, φοροαπαλλαγές και το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης με ντόπιους πρόκριτους σε ελληνικές οικογένειες από την Άνδρο, Νάξο, Χίο, Κρήτη, Μάνη, Τσακωνιά, Πόντο και την  Κρήτη που επιθυμούσαν να εγκατασταθούν στα νησιά, τα οποία και εκκλησιαστικά υπάγονταν στην Μητρόπολη Χαλκηδόνος.

Ας γυρίσουμε όμως στην περιήγησή μας . Μετά από μια σειρά καφενείων τα οποία σημειωτέον έχουν υπαίθριο χώρο με τραπεζάκια από την πλευρά της θάλασσας και αφού περάσουμε και τον δεύτερο φούρνο στα αριστερά μας θα καταλήξουμε στην κεντρική αφετηρία των αμαξιών, όπου και γινόταν η συντήρηση τους ακόμη και το τάϊσμα των αλόγων. Εδώ σ αυτήν την πλατεία εμείς, τα ατίθασα παιδιά του καλοκαιριού, νοικιάζαμε άλογα κατά τον Σεπτέμβρη μήνα, όταν οι άμαξες δεν είχαν πια φόρτο δουλειάς, και αλωνίζαμε το νησί μόνοι μας , ανεξέλεγκτοι χωρίς νάχουμε ιδέα από ιππασία. Απλά θέλαμε να μιμηθούμε τους ήρωές μας από τα κόμικς, και  το κατορθώναμε μια χαρά.

Λίγο παρακάτω και κοντά στην αρχή του Μικρού γύρου, του Ομικρον, βρισκόταν το μοναδικό καλοκαιρινό σινεμά της Χάλκης. Το Ay Yildiz (αστροφέγγαρο) με την ποικιλία των αφισών κολλημένες στην πρόσοψη που διαφήμιζαν τα έργα που επρόκειτο να παίξει στη σαιζόν. Γύρω γύρω  στη μάντρα του Δημοτικού σχολείου , όπου στηνόταν το καλοκαίρι ο «σινεμάς», είχαν φουντώσει τα αγιοκλήματα και τα γιασεμιά που προσέδιδαν στην ατμόσφαιρα ασυνήθιστα αρώματα. Μπροστά και κάτω από την σκηνή φουντωμένα τα δειλινά πρόσφεραν κι αυτά την πινελιά τους στον καμβά της λιτής ομορφιάς του φτωχικού σινεμά. Παράδεισος χρωμάτων  που δεν ήθελες να αποχωριστείς με το THE END στην οθόνη. Τον χειμώνα που έκλεινε ο κινηματογράφος οι ντόπιοι κάτοικοι απολάμβαναν ταινίες μαζί με τους δόκιμους της Ναυτικής Σχολής  στην αίθουσα της σχολής, που μόνο γι αυτούς παρέμενε ανοιχτή.

Δίπλα στο σινεμά ήταν ένα από τα  αρχοντικά ξύλινα σπίτια του 19ου  ή 20ου αιώνα με τις δίδυμες σκάλες εκατέρωθεν της εισόδου. Το αρχοντικό του αρχιτέκτονα Κωνστ. Ηλιάσκου κτισμένο το 1860 που είχε 22 δωμάτια.  Στο σπίτι αυτό παραθέριζε ο αξιολάτρευτος μας καθηγητής Γιώργος Ναρλής.

Αν κοιτάξουμε βόρεια προς την θάλασσα θα  δούμε το απάγγειο λιμανάκι της προκυμαίας όπου κατέφευγαν όλα τα καϊκια και οι βάρκες αλλά και το υδροφόρο πλοιάριο που εφοδίαζε το νησί με νερό.

Το μπακάλικο του Λεωνίδα Σακκόπουλου στην οδό AyYildiz διέφερε από όλα τα άλλα του είδους. Η διακόσμησή του, η τοποθέτηση των προϊόντων ακόμη και ο ίδιος με την καθαρή του στολή σε παρέπεμπαν περισσότερο σε ένα μισοσκότεινο φαρμακείο παρά σε μπακάλικο χωριού.

Γυρνάμε τώρα πίσω και στη θέση του πρώτου αμαξιού, που και βέβαια δεν είναι το ίδιο, και ας ξεκινήσουμε την πορεία μας προς την καρδιά του νησιού.

Συνεχίζοντας να χαζεύουμε τα καταστήματα μέσα στην αγορά θα δούμε αριστερά μας το χασάπικο του Θωμά. Κατά τα τέλη του Σεπτεμβρίου ο Θωμάς τοποθετούσε ιδιαίτερη γυάλινη βιτρίνα στην πρόσοψη του χασάπικου με ενσωματωμένη λάμπα μέσα, για να πουλήσει την λακέρδα.

Η λακέρδα, για όσους δυστυχείς δεν την γνωρίζουν γίνεται από φρέσκο, βορεινό (με σφιχτό κρέας δηλαδή), ψάρι παλαμίδα ή ρίκι. Καθαρίζουμε το ψάρι κόβοντας τα κοκάλα της πλάτης, της κοιλιάς, τα πτερύγια και το κεφάλι τα οποία  πετάμε και μετά το  πλένουμε πολύ καλά μέχρι να μην έχει καθόλου αίμα. Στην συνέχεια κόβουμε το ψάρι σε κομμάτια πάχους 9 εκ το καθένα και τα κτίζουμε με πολύ αλάτι σε δοχεία βάζοντας βάρος από πάνω τους για 3 εβδομάδες. Έτσι ψήνεται η λακέρδα. Για την συντήρησή της όταν τελειώσει η παραπάνω διαδικασία διατηρούμε τα κομμάτια σε άλλο δοχείο με αλατόνερο, σαλαμούρα.

Η λακέρδα τρώγεται στεγνή, και όχι με λάδια,   και συνοδεύεται από μαύρο κρεμμύδι και…………ρακί βεβαίως βεβαίως. ΄Οσοι την τρώνε διαφορετικά απλά δεν τρώνε λακέρδα.

Δεν ασχολούνταν ο Θωμάς με την λακέρδα. Είχε ειδικό πωλητή ο οποίος με μακρύ σουβλερό μαχαίρι καθάριζε το ψάρι από τη ραχοκοκαλιά του με περίτεχνο τρόπο, το ξεπέτσωνε  και στο τύλιγε με ανάλογη με την εργασία του ευλάβεια. Το κρεμμύδι  ήταν δώρο του καταστήματος. Πιο πάνω υπήρχε κι άλλος χασάπης, ο  Sadik, που όλοι έλεγαν ότι είχε καλύτερο κρέας. Εμείς πάντως προτιμούσαμε τον Ρωμιό. Στη συνέχεια το μανάβικο του Λάζαρου με ολόφρεσκα οπωρολαχανικά πάντα λαχταριστά και γυαλισμένα.

Απέναντι ήταν το νερουλάδικο του Αρχιμήδη, που πουλούσε εμφιαλωμένο,  σφραγισμένο νερό σε νταμιτζάνες και υγραέριο ΑΥGAZ. Λίγο παραπάνω ο φούρνος του Μάρκου με τις ποικιλίες από βουτήματα και κουλουράκια, την περίφημη πάστα φλώρα, τα τσουρέκια του αλλά και την ποικιλία μυρωδιών από τα φαγητά των νοικοκυρών που κάθε Κυριακή έψηνε, καθότι τότε δεν υπήρχαν φούρνοι στα σπίτια. Το ανέβασμα του ζεστού ταψιού από τον φούρνο μέχρι το σπίτι δεν θα σας το περιγράψω βέβαια, σας αφήνω να το μαντέψετε. Απέναντι ο ενοριακός ναός  και Παλλάδιον της Θεολογικής Σχολής,που τιμάται με το όνομα του προστάτη των θαλασσινών, Αγίου Νικολάου. Κατ αρχάς ο ναός ήταν ξύλινος, ταπεινός και παραθαλάσσιος. Το 1857  και πάνω στα θεμέλια βυζαντινού ναού ανοικοδομήθηκε ο σημερινός από τον ευνοούμενο αρχιτέκτονα του σουλτάνου Στεφανή Γαϊτανάκη αφού πρώτα απαλλοτριώθηκαν οι χώροι πέριξ του ναού για να στεγάσουν τα σημερινά καταστήματα (1924)  αλλά και να δημιουργηθεί χώρος στάθμευσης. Ο ναός υπέστη σοβαρές ζημιές στο σεισμό του 1894. Στην είσοδό του στεγάζει το αγίασμα της Αγίας Φωτεινής  και πίσω από την Αγία Τράπεζα βρίσκεται ο τάφος του Πατριάρχου Σαμουήλ Α΄.

Μπροστά μας τώρα μια πλατεία. Αριστερά μας ο δρόμος οδηγεί προς την πυροσβεστική υπηρεσία και δεξιά μας στη γειτονιά του Κοινοτικού σχολείου που κτίστηκε το 1907 και που έπαυσε να λειτουργεί το 1980  μετά από πολυετή προσφορά και υπηρεσίες στα ελληνικά γράμματα. Το 1923 φοιτούσαν συνολικά 275 μαθητές και το 1978 μόνο 8. Τα συμπεράσματα δικά σας αλλά και οι ευθύνες σ αυτούς που κατακρεούργησαν την μειονότητα της Κωνσταντινούπολης θυσιάζοντάς την στο βωμό μιας άθλιας και ζημιογόνου για την μειονότητα κυπριακής πολιτικής . Εκεί κάπου ήταν και ο bisikletci Adnan από τον οποίο νοικιάζαμε ποδήλατα ή τα επιδιορθώναμε όταν χαλούσαν. Λες και ακόμη τα δάκτυλά μου μυρίζουν την κόλλα ( solution) που επιδιορθώναμε τα σκασμένα μας λάστιχα.

Στο νότιο μέρος της πλατείας ήταν η πιάτσα των γαϊδάρων. Σαμαρωμένα τα υπομονετικά τετράποδα περιμένουν στη σειρά να πάρουν πελατεία για να την ανεβάσουν  στα σπίτια τους με συνοδεία πάντοτε ονηλατών. Θυμάμαι πόσο μου άρεσε να καλπάζω με τα γαϊδουράκια . Τόσο, που ένα διάστημα προσφέρθηκα να κάνω ο ίδιος τον ονηλάτη μόνο και μόνο για να επιστρέφω στην πιάτσα καλπάζοντας.

Το γνωρίζατε ότι οι γάϊδαροι  όταν φτάνουν σε διασταύρωση  αναρωτιούνται αν θα στρίψουν ή όχι κουνώντας τα αυτιά τους σαν φλας;  Σας το επιβεβαιώνω λοιπόν εγώ από εμπειρία.

Λίγο παραπάνω που ο δρόμος στενεύει, θα συναντήσουμε το παντοπωλείο του Ανάργυρου και απέναντι τα περίφημα σκαλάκια που οδηγούν στη ανηφόρα για τον «ΟΤΕ» του νησιού και το Μεγάλο Τσαϊρι (αλάνα). Εκεί λοιπόν στη γωνία βρίσκεται ένα φαρμακείο, σταθμός στην ιστορία της Χάλκης που έχει το μοναδικό προνόμιο να φιλοξενεί το πρώτο Μουσείο φαρμακείου. Το Λαϊκό φαρμακείο, Halk Eczanesi, κάτω από την αυστηρή, επαγγελματική και εγγυημένη φροντίδα του κου Πρόκου υπηρέτησε το νησί για 40 ολόκληρα χρόνια. Σχεδόν όλοι οι παραθεριστές, κυρίως τα ”ήσυχα” παιδιά της Χάλκης, έχουμε περάσει από τα χέρια του κυρ Αντώνη για κανένα ραψιματάκι ή και για πρώτες βοήθειες από μικρά έως και ασήμαντα ατυχήματα. Κουτιά με βότανα, φιαλίδια από φάρμακα, σιρόπια και χάπια της εποχής του ΄40, δηλητήρια από φίδια και σκορπιούς αλλά και από μουστερίτσες (σαύρες) που τις σκοτώναμε για να του τις πουλάμε 10 λίρες τη μία, εργαλεία παρασκευής αλοιφών και καταπλασμάτων, πομάδες προσώπου και ομορφιάς, αποστακτήρες οινοπνευμάτων, σύριγγες εποχής με τους βραστήρες τους, γουδιά και άλλα πολλά εκτίθενται σήμερα, με σεβασμό στο χρόνο και ιδίως στον ιδιοκτήτη, στα ράφια του φαρμακείου.

Τώρα αρχίζει η ανηφόρα της κεντρικής αρτηρίας Refah Sehitler caddesi που αποτελεί και την ραχοκοκαλιά του γύρου του νησιού. Δεξιά μας το παντοπωλείο του Σάββα και λίγο παραπάνω το πρατήριο άρτου ενός  Τούρκου κάτω από το σπίτι της φίλης μου  ιταλίδας Μπαζίλια. Από εδώ και πάνω αρχίζουν τα ξύλινα αρχοντικά των Ρωμιών μεγαλεμπόρων του περασμένου αιώνα. Ξύλινα θέρετρα και βίλες στη σειρά παρελαύνουν με μεγαλοπρέπεια και ανταγωνιστικότητα. Δεξιά μας ο Αντρομαχαλάς, Mektep sokak, που οδηγεί στη Θεολογική Σχολή. Εδώ κατοικούσαν Κορθιανοί Ανδριώτες, χτιστάδες και πετράδες τους οποίους κάλεσε ο ηγούμενος Σαμουήλ Κωφός για να βοηθήσουν με την πείρα τους στην ανοικοδόμηση της πυρπολημένης Μονής Αγίας Τριάδος και της Θεολογικής Σχολής ψηλά στο λόφο το 1772. Αυτοί λοιπόν, ρίζωσαν στους πρόποδες και έφτιαξαν ολόκληρη συνοικία που μέχρι τις μέρες μας θα έμενε γνωστή σαν Αντρομαχαλάς. Στο δρόμο αυτό στεγάζεται και το μοναδικό τέμενος του νησιού.

Τι κι αν ο πευκόφυτος αυτός μυροβόλος λόφος με τα χιλιάδες αγριολούλουδα και βότανα ευωδιάζει μεθυστικές μυρωδιές,  εγώ όποτε ανεβαίνω μυρίζω θυμίαμα, κλεισούρα εκκλησίας, μυρίζω αιωνόβια ευλάβεια, μυρίζω αγάπη, τρυφερότητα, ελπίδα, χριστιανοσύνη. Ναι!  Μυρίζω θρησκεία!

Θρησκεία, που ευλαβικά η μειονότητα της Πόλης τηρούσε χωρίς παρέκκληση, χωρίς ωχαδελφισμό, με ταπεινότητα, με σεβασμό στα θεία, με πραγματική και γνήσια λατρεία στο Θεό μας. Έχετε ακούσει ποτέ ομογενή της Πόλης να βρίζει τα θεία, την Παναγία, τον Χριστό μας; Έχετε δει εκκλησίες στην Ελλάδα να ευλογούν τα σταφύλια στην γιορτή της Μεταμορφώσεως; Τυπικά δεν επιτρεπόταν να τρώμε σταφύλια πριν ευλογηθούν τη συγκεκριμένη γιορτή.

Χτυπώ το  κουδουνάκι της εξώπορτας και μου ανοίγουν την πύλη ενός επίγειου παράδεισου. Κήποι φροντισμένοι επιδέξια από έμπειρους και ταλαντούχους κηπουρούς, ποικιλία ταξινομημένων λουλουδιών, καρποφόρα δέντρα, θάμνοι κλαδεμένοι σε διάφορα σχήματα, διαχωριστικοί θάμνοι που δημιουργούν διαδρόμους για τους περιηγητές και κυπαρίσσια, αιωνόβια ψηλά κυπαρίσσια συμπληρώνουν αυτόν τον ανθοστόλιστο παράδεισο.

Κτήτορας της μονής της Αγίας Τριάδος που παλιά λεγόταν Μονή Δεσπότου ή ακόμη και Μονή Εσώπτρου, φέρεται ο Πατριάρχης Μέγας Φώτιος. Εδώ εξορίστηκε το 809 μ.Χ ο Θεόδωρος Στουδίτης από τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Ε΄ και το 819 μ.Χ  η αυτοκράτειρα Θεοδοσία από τον Μιχαήλ τον Τραυλό. Το 860 μ.Χ η μονή λεηλατήθηκε από επιδρομή των Ρώς. Ο Πατριάρχης Μητροφάνης ο Γ΄( 1565-1580)πριν εκλεγεί ήταν  ηγούμενος της μονής την οποία και ανακαίνισε, εκαλλώπισε και εφοδίασε με μια αξιόλογη βιβλιοθήκη ( 1551 ). Τρίτος ανακαινιστής, ο ενθουσιώδης ανδριώτης μοναχός και ηγούμενος Σαμουήλ ο Κωφός που το 1772 ανοικοδόμησε τα τείχη, τον περίβολο, ευπρέπισε τον ναό, κατασκεύασε στέρνες και έκτισε κελιά, οικίσκους και τις δύο εισόδους της μονής.

Tελευταίος ανακαινιστής της μονής ο Πατριάρχης Γερμανός ο Δ΄ ο οποίος επί περιόδου tanzimat ( 1842 ) της Οθωμανικής αυτοκρατορίας πήρε άδεια από τον σουλτάνο και προχώρησε στην επανίδρυση της καμένης μονής και την επαναλειτουργία της ( 1844 ). Ήταν την χρονιά που έγινε και η έναρξη λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.

Ο σεισμός του 1894 μετέτρεψε τη Μονή και την Σχολή σε ερείπια και έτσι ανεστάλη η λειτουργία της. Η σημερινή της μορφή σε σχήμα Π είναι έργο του αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη με οικονομική προσφορά του ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση Στεφάνοβικ. Επαναλειτούργησε την 6/10/ 1896. Στα έτη 1919-1923 καταργήθηκε το λυκειακό τμήμα και η σχολή λειτούργησε σαν ακαδημία πέντε τάξεων. Το 1951 επανήλθε η επτατάξια μορφή της και προστέθηκε και ένα έτος στο Θεολογικό τμήμα. Τέλος το 1971 με νόμο της τουρκικής κυβέρνησης απαγορεύτηκε η λειτουργία της σαν Ανώτατο Εκπαιδευτικό ίδρυμα προκαλώντας εύλογα σχόλια και ανησυχίες καθότι το ίδρυμα υπαγόμενο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει διορθόδοξο χαρακτήρα με αποστολή οι σπουδαστές του να καταρτίζονται στη Θεολογική επιστήμη και στην εκκλησιαστική τάξη και οι απόφοιτοί του να καλύπτουν τις επιστημονικές και ιερατικές ανάγκες του Πατριαρχείου αλλά και των άλλων Αυτοκέφαλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. Οι σπουδαστές της σχολής έπρεπε να έχουν υποχρεωτικά την τουρκική υπηκοότητα και κατά 80% χειροτονούνταν κληρικοί. Στα 127 χρόνια της λειτουργίας της αποφοίτησαν 930 σπουδαστές. Επίσκοποι έγιναν οι 343, εκ των οποίων οι 12 Πατριάρχες ( 2 Αλεξανδρείας, 2 Αντιοχείας, 4 Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και 1 Τιράνων).

Η βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική. Εδώ σώζεται χειρόγραφο ευαγγέλιο του έτους 1063 αφιερωμένο από την αυτοκράτειρα Αικατερίνη Κομνηνή ή Ξένη. Κύριος διοργανωτής και θεμελιωτής της βιβλιοθήκης είναι ο Μητροφάνης ο Γ΄ ο οποίος και δώρισε 300 σπάνια χειρόγραφα. Τα περισσότερα από αυτά τα χειρόγραφα ο αυστριακός πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη, κατά την τακτική των ευρωπαίων (βλέπε μάρμαρα Παρθενώνος), κατάφερε και τα μετέφερε στην Ευρώπη (1562), στερώντας τα από την ταπεινή αλλά πλούσια σε πολιτισμό βιβλιοθήκη . Κάτι που ούτε οι Οθωμανοί σουλτάνοι (κατά πολλούς βάρβαροι) τόλμησαν να κάνουν γιατί αυτοί, ως επί το πλείστον, σεβάστηκαν και σέβονται την θρησκεία μας. Εκτός του τελευταίου……..

Αν και πρόκειται για ένα μικρό νησί, η Χάλκη στάθηκε σε υψηλά στάνταρτ εκπαιδευτικού επιπέδου. Σαν σχολές πανεπιστημιακής εμβέλειας απαριθμούσε την Σχολή Πολεμικού Ναυτικού, την Θεολογική Σχολή και την Εμπορική Σχολή. Σε επίπεδο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είχε να επιδείξει το Ναυτικό Λύκειο, το ρωμέϊκο ιδιωτικό Λύκειο Ιερατικής Σχολής, το Λύκειο Ραχμί Μπέη, το τουρκικό και ρωμέϊκο Δημοτικό Σχολείο τέλος τη Σχολή Νοσηλευτικής που στεγαζόταν στο συγκρότημα του Σανατορίου.

Μετά από το ευλαβικό προσκύνημα στην Αγία Τριάδα ας γυρίσουμε πίσω στην κεντρική αρτηρία. Απέναντί μας υψώνονται μια συστάδα  από σπίτια σκαρφαλωμένα στον δεύτερο λόφο του νησιού. Κάπου εκεί ,στο Μεγάλο Τσαϊρι, είναι και το σπίτι του Καραμπέτ, όπου παραθερίζαμε όταν πρωτοήλθαμε στη Χάλκη το 1955 και του ζαχαρέμπορα Καρακωστόπουλου λίγο παρακάτω.

Θα γυρίσουμε πίσω στον κεντρικό δρόμο για  να περάσουμε κάτω από την καμπούρα της καμήλας. Ενός πεύκου με ανώμαλη ανάπτυξη έτσι που να περνά κάθετα πάνω από τον δρόμο σχηματίζοντας μια καμάρα. Το δέντρο δεν υπάρχει σήμερα. Παρεμπόδιζε φαίνεται τη διέλευση  των αμαξιών και το έκοψαν. Αριστερά μας τώρα το διώροφο θερινό καταφύγιο του Ισμέτ  Ινονού με την πυραμιδωτή σκεπή.

Ο δρόμος απέναντι οδηγεί στο Όμικρον, τον μικρό γύρο του νησιού στους πρόποδες του λόφου της Ελπίδας. Με μια μικρή παρέκκλιση αριστερά κατηφορίζουμε στον όρμο της πλαζ. Δεξιά μας ξεχασμένο και χορταριασμένο ένα γήπεδο μπάσκετ που ανήκε στο σύλλογο Ιστανμπούλ σπορ. Εδώ μπαίναμε συχνά σκαρφαλώνοντας τον τοίχο για να παίξουμε ποδόσφαιρο αλλά και να καθαρίσουμε μερικές καρυδιές που αφθονούσαν κατά τον Σεπτέμβρη μήνα. Ακολουθούσε το πίσω μέρος του Χάλκη Παλάς με τους απέραντους του κήπους, τους κήπους του Βλαδίμηρου , όπως τους λέγαμε. Τέλος θα φτάναμε στην είσοδο της πλαζ και στο παρατηρητήριο του Αλή Ρεής.

Ας γυρίσουμε όμως πίσω στο σπίτι του Ινονού και ας συνεχίσουμε την βόλτα μας προς το Χάλκη Παλάς. Στη δεξιά πλευρά του δρόμου υπάρχει το σπίτι όπου ζούσε ο Τρελλόγιαννος. Ενας αγαθός και καλόκαρδος νησιώτης που η δουλειά του ήταν να πλένει τα χαλιά όλων σχεδόν των Χαλκιανών. Τα άπλωνε στη μέση του δρόμου και αφού τα έβρεχε με κουβάδες από νερό τα έπλενε με μπόλικο σαπούνι και μετά ξυπόλυτος άρχισε να χορεύει πάνω τους σαν να πατούσε σταφύλι. Χόρευε και φώναζε άναρθρα. Ο Χαλκιανός δραματουργός, Πέτρος Μάρκαρης, θυμόταν ένα στιγμιότυπο από τον γάμο του Γιάννου με την Ανθούλα όπου μπρος στον πατέρα Ιάκωβο ο Γιάννος σταυροκοπήθηκε με μεγαλόσχημες κινήσεις και φώναξε : « Δόξα σοι Κύριε που μ αξίωσες εμένα ένα παρθένο να παντρευτώ μια παρθένα». Τότε όλοι οι προσκεκλημένοι έβαλαν τα γέλια και η εκκλησία γέμισε ανεξέλεγκτα κακαρίσματα. Η βροντερή όμως φωνή του ιερέα έβαλε τα πράγματα στη θέση τους : « Σιωπή ανεπρόκοπε. Δεν είσαι παρθένος αλλά αμαρτωλός και βλάκας» και γυρνώντας έξαλλος προς το ποίμνιο συμπλήρωσε : « Σκασμός και σείς ! εδώ τελούμε το μυστήριο του γάμου, δεν είμαστε στον τζαμπάζη! ». Α! ναι , κάθε καλοκαίρι, ένα μπουλούκι από ακροβάτες, σχοινοβάτες και κλόουν ερχόταν στο νησί και έστηναν μια τέντα στο Μεγάλο τσαϊρι όπου και έδιναν κάποιες παραστάσεις με ακροβατικά και φαρσοκωμωδίες. Αυτό το  λέγαμε τζαμπάζη που σημαίνει ακροβάτης.

Ο Γιάννος και η Ανθούλα τελικά απέκτησαν εννέα παιδιά, όλα κορίτσια. Ο Γιάννος συμπληρωματικά είχε και το χάρισμα της πρόβλεψης του καιρού με σοβαρή αποδοχή από τους νησιώτες καθότι η μια στις δύο ήταν πραγματική. Δεν μας χάλαγε ποτέ χατίρι όταν τον προκαλούσαμε να χτυπήσει το ξυπόλυτο πέλμα του στην άσφαλτο για να ακουστεί κάτι σαν παλαμάκι. Το έκανε πρόθυμα.

Τώρα περνάμε από την γειτονιά μου. Το Χάλκη Παλάς, με τα ξυλόγλυπτα κουβούκλιά του στην πρόσοψη και το ψηφιδωτό στην είσοδο που έγραφε «HALKI PALACE».

Δεν είναι ψέματα ! Μπρος στην είσοδο του ξενοδοχείου, Να ! ο γνωστός παγωτατζής και τα πιτσιρίκια γύρω του να προλάβουν τον νόστιμο ντοντουρμά καϊμάκι με βύσσινο.

Με το χωνάκι στο χέρι τώρα ανηφορίζουμε για την Εμπορική Σχολή και θαυμάζουμε δεξιά και αριστερά τις βίλες των αξιωματικών.

Στη σκιά των πεύκων στην αριστερή πλευρά θα δούμε τα απομεινάρια του ιστορικού υπαίθριου καφέ του Αγησίλαου. Μεγάλη και σημαντική για τους Χαλκιανούς η προσφορά του κέντρου. Κατ αρχήν ήταν ένα καζινάκι (είπαμε καφενεδάκι) στέκι των γονιών μας κυρίως τα πρωϊνά του Σαββάτου. Κατά καιρούς άλλαζε μορφή και γινόταν χώρος εκδηλώσεων. Σ αυτό βοηθούσε βέβαια και η επίπεδη πλατφόρμα για το στήσιμο εξέδρας κάποιου μουσικού συγκροτήματος, για μπουφέ, πίστα για χορό ακόμη και για διοργάνωση περιτομής (sunnet). Μια εκδήλωση ισάξια με τη δική μας βάπτιση κατά την οποία περιτέμνεται από ειδικό χειρουργό το άκρο του μορίου κάθε εξάχρονου αγοριού. Κάθε Σάββατο λοιπόν, εμείς οι συστηματικοί τζαμπατζήδες, στηνόμαστε γύρω γύρω από τις υψηλές πέργκολες που απομόνωναν τον χώρο για να στηθούν τα τραπέζια και οι καρέκλες των καλεσμένων. Από τα «πλαϊνά» χαζεύαμε τρώγοντας τα σπόρια του μπαρμπούλη, που παρεμπιπτόντως  τέτοιες βραδιές ξεπούλαγε τα δύο του πανέρια με ξηρούς καρπούς, και βέβαια κουτσομπολεύοντας τους θαμώνες.

Η ίδια επίπεδη πλατφόρμα όταν το κέντρο ξηλωνόταν θα γινόταν γήπεδο ποδοσφαίρου. Ένα από τα τρία γήπεδα που διέθετε το νησί μας, τα άλλα δύο ήταν το επίσημο στο Τσαμλιμάνι και αυτό που βρισκόταν στα πεύκα στον προαύλιο χώρο της Μονής του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αρσένιου. Αφού λοιπόν παρασυρθήκαμε και αναφερόμαστε για το ποδόσφαιρο ευκαιρία να σας γράψω και ποιες ομάδες απαρτίζανε τον τοπικό μας όμιλο. Ήταν η Adaspor, με έδρα τη γειτονιά του Τρελλόγιαννου, η Denizspor, με έδρα με γειτονιές γύρω από την Ναυτική Σχολή, η Kulturspor, με έδρα τον Ανδρομαχαλά, η Yesildirek, με έδρα την περιοχή γύρω από το Δημοτικό σχολείο, και το Χάλκη Παλάς με τα παιδιά που παραθέριζαν στο ξενοδοχείο. Σημαντικό είναι να προσθέσουμε ότι όλες αυτές οι ομάδες είχαν και από μια ενδεκάδα με τους μικρούς όπου και έπαιζα τερματοφύλακας.

Προχωρώντας  θα συναντήσουμε το δεύτερο καζινάκι, του Ετέμη. Άλλη μια ισάδα κάτω από ψηλά πεύκα και με θέα το νησί  Αντιγόνη. Σιδερένιες πτυσσόμενες πράσινες καρέκλες και τραπεζάκια ήταν θυμάμαι η επίπλωση του κέντρου που σέρβιρε και μεζέδες με ρακί. Αν κατηφόριζες ένα μονοπάτι προς τη θάλασσα θα έφτανες στην παραλία «αμμοβολή» στην οποία σπάνια κολυμπούσαμε καθότι η δημοφιλής παραλία των παραθεριστών ήταν αυτή του Ασάφη  που γειτόνευε και με την πλαζ και είχαμε και την ευκαιρία να περνάμε κολυμπώντας προς αυτή τζάμπα, αν δεν μας έπιανε το μάτι του τζιτζίκου (έτσι λέγαμε τον επιτηρητή των συνόρων με την πλαζ).

Λέγε λέγε φτάσαμε στην Εμπορική Σχολή που σήμερα λειτουργεί σαν Σχολή Μεταβιβάσεων του Στρατού. Έχουν πια τελειώσει τα σπίτια και παντού το μάτι σου βλέπει μόνο πεύκα και πράσινο. Παρεκκλίνουμε πάλι από την πορεία μας και ανηφορίζουμε παράλληλα στον τοίχο της σχολής προς την κορυφή του βουνού μέσα από πυκνά με βελανιδιές μονοπάτια. Ο δρόμος αυτός λέγεται και kesme yolu επειδή κόβεις δρόμο και φτάνεις πολύ πιο γρήγορα στο Τσαμ λιμάνι αποφεύγοντας τον γύρο του νησιού. Η ανάβαση είναι κουραστική αλλά σαν φτάσεις στην κορυφή θα σε αποζημιώσει αφού από εκεί απολαμβάνεις ένα από τα ωραιότερα πανοράματα με φόντο την Αντιγόνη, την Πρώτη αλλά και τα ασημένια νερά όλης της Προποντίδας. Στην κορυφή θα βρούμε τα απομεινάρια από τη Μονή του Μακάριου, ένα λιτό όσο και άτυχο μικρό εκκλησάκι που χρονολογείται από τις αρχές του 19ου αιώνα. Επισκευάστηκε το 1870 και παρά την ταπεινότητά του δεν ξέφυγε ούτε κι αυτό τους βανδαλισμούς του Σεπτεμβρίου του ’55.  Σε πείσμα  όμως των καιρών βρέθηκαν χριστιανοί να το ξαναεπισκευάσουν την εποχή ακριβώς που φυλλορροούσε η ρωμηοσύνη, το 1961. Ύστερά; Ύστερα περιέπεσε σε εγκατάλειψη. Κουβαλούσε βλέπετε την επαχθή κληρονομιά του Μακαρίου. Άλλωστε και η ίδια η Χάλκη δεν είναι άτυχο νησί; Η Καμαριώτισσα  καταλήφθηκε από τις τουρκικές αρχές το 1942, η γειτονική ελληνοεμπορική σχολή καταπατήθηκε από το κράτος και μετατράπηκε σε τουρκική ναυτική σχολή, η Θεολογική Σχολή έκλεισε το 1971 πραξικοπηματικά και σήμερα γίνεται διαπραγμάτευση με αντίδωρα για την επαναλειτουργία της, το μοναστήρι του Αη Γιώργη του Κρημνού, το αγιοταφικό αυτό μετόχι αποψιλώθηκε από αρκετά περιουσιακά του στοιχεία και είναι σήμερα είναι  ημιεγκλωβισμένο από την παραλιακή γειτονική ναυτική σχολή με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η πρόσβαση σ αυτό. Όσον αφορά για την σκήτη του Μακαρίου οι αρχές αυθαίρετα και αυταρχικά αμφισβητούν το ιδιοκτησιακό καθεστώς, το χαρακτήρισαν εγκαταλελειμμένο  και τόλμησαν να το γκρεμίσουν στέλνοντας τα γκρέϊντερ. Τι άλλο απομένει να γίνει;  Το ίδιο σενάριο δεν παρακολουθήσαμε με την Παιδούπολη της Πρώτης; ή με το Ορφανοτροφείο της Πριγκήπου, όπου το κράτος δεσμεύοντας το ίδρυμα, το παραμελεί και όταν γκρεμίσει, όπου νάναι θα το ακούσουμε κι αυτό, βάζει ”χέρι” στο βακούφι κατηγορώντας την μειονότητα και κατ΄επέκταση τον Πατριάρχη, για αμέλεια. Σήμερα χάρη στον δυναμισμό και ενδιαφέρον του Πατριαρχείου το εκκλησάκι ευπρεπίστηκε πάλι και τοποθετήθηκε κάποιος περιβολάρης για να το φροντίζει.

Γυρνάμε πάλι στον «ίσιο» δρόμο και θα βουτήξουμε στο πυκνό γαλήνιο πευκοδάσος που μόνο ο καλπασμός των αλόγων μπορεί να διαταράξει κάπου κάπου. Φτάνουμε στο Πρώτο Γεφυράκι όπου και ο δρόμος των ερωτευμένων ( asiklar yolu ) που το βράδυ το κατακλύζουν. Έχει σχήμα ημικυκλικό σαν αρχαίο θέατρο και βέβαια καμία σχέση με γεφύρι ποταμού, όπως ο καθένας θα μπορούσε να φανταστεί. Τώρα ο δρόμος στρίβει ΝΑ για να συναντήσουμε το Δεύτερο Γεφυράκι, ένα προστατευτικό πεζούλι για την προφύλαξη των αμαξών από τον γκρεμό. Στην εποχή μου διοργανώναμε γαϊδουροεκστρατείες και αυτό το γεφυράκι ήταν η στάση μας για ολιγόλεπτη ανάπαυση. Στο σεληνόφως της αυγουστιάτικης πανσελήνου μαζευόμαστε πολλές παρέες και νοικιάζαμε όλα τα γαϊδουράκια του νησιού για να κάνουμε το μεγάλο γύρο. Η εκστρατεία αυτή ήταν το γεγονός της χρονιάς και άφηνε ιστορία. Τραγούδια, πειράγματα, ανέκδοτα αλλά και πολλά ειδύλλια ήταν στο πρόγραμμα, για να μη πω και προμελετημένα.

Η επόμενη στάση είναι η Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα ή αλλιώς Μονή Αρσένιου. Δεν πρέπει να έχουν άδικο οταν οι Τούρκοι αποκαλούν το χώρο αυτό Terk i dunya δηλαδή ”αποξενωμένο από τον κόσμο”. Μια μικρή χερσόνησος στα ανατολικά της Χάλκης με φιλόξενο περιβάλλον για παρέες  που ήθελαν να συνδυάσουν πικ νικ, προσκύνημα και μπάνιο στα βαθιά απόκρημνα νερά. Μιά δροσερή γωνιά μέσα στο καταπράσινο δάσος να ανταγωνίζεται αισθητικά το βαθύ γαλάζιο του Μαρμαρά που απολαμβάνεις κλεφτά ανάμεσα από τις κουφάλες των αιωνόβιων δέντρων έχοντας μιά μοναχική μολυβιά στο βάθος του ορίζοντα, το καταραμένο νησί της Πλάτης, με τα πολλά ναυάγια στον περίγυρο βυθό της. Εδώ το 1960-61 δικάστηκε, καταδικάστηκε και απαγχονίστηκε ο Τούρκος πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές. Εδώ θυμάμαι είχα εγκαινιάσει και το πρώτο μου ποδήλατο. Άραγε που να βρίσκεται εκείνη η φωτογραφία του πατέρα μου; Χαιρόταν τόσο που έβλεπε το γιό του να κουμαντάρει δίτροχο ποδήλατο.

Στήνανε λοιπόν οι μανάδες μας το τραπέζι σε ένα πάγκο του μοναστηριού με καθαρά τραπεζομάντηλα και το έστρωναν με ποικιλίες λιχουδιών που ετοίμαζαν από μέρες. Τα παιδιά παίζαμε αμέριμνα στις κατάφυτες από πεύκα πλαγιές και όταν έπεφτε το σύνθημα άρχιζε το φαγοπότι. Ακολουθούσε σιέστα κάτω από τα πεύκα όπου άπλωναν κουβέρτες και ξαπλώναμε για να τον «πάρουμε» καμιά ωρίτσα. Το θρόϊσμα των πεύκων από το απαλό βοριαδάκι ήταν το πιο κατάλληλο φάρμακο για να ηρεμήσει και τον πιο τρελλοαίματο ( delikanli ) έφηβο. Κοιμήθηκα.

Ο καλόγερος Αρσένιος Γανοχωρίτης, που ζούσε στο Φανάρι, αποφάσισε το 1862 να μονάσει στα δασωμένα βουνά της Χάλκης μαζί με τον πνευματικό του Ευστράτιο. Το 1868 έκτισε τη σκήτη του Αγίου Σπυρίδωνα πάνω από το λιμάνι της Παναγίας ( Τσαμ Λιμάνι ). Με τη βοήθεια του εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Ζαρίφη ανέγειρε ένα ξύλινο ναϊσκο και σύντομα άρχισαν να καταφτάνουν προσκυνητές. Στο σεισμό του 1894 η σκήτη ισοπεδώθηκε αλλά ο Αρσένιος με τη βοήθεια πολλών εύπορων πιστών, όπως του πατριάρχη Ιεροσολύμων Νικόδημου, του Κωστάκη Αντωνόπουλου, του Ρώσου πρέσβη Μελέντωφ, του Κωνσταντίνου Ηλιάσκου, του Ριζά Πασά, αλλά και του ίδιου του σουλτάνου Abdul Hamid του B΄ που πρόσφερε 200 χρυσές λίρες, κατάφερε να την ξανακτίσει. Είναι γνωστό στο νησί ότι οι μουσουλμάνοι σέβονταν τον Άγιο και στο ραμαζάνι του έστελναν και πεσκέσια. Το 1906 ο Αρσένιος πέθανε και τάφηκε κάτω από την Αγία Τράπεζα του καθολικού της σκήτης. Τον διαδέχθηκε ο καλόγερος Σωφρόνιος και ακολούθως ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός Στυλιανίδης που το 1964 δολοφονήθηκε από ληστές σε ηλικία 84 ετών. Σήμερα δεν υπάρχουν ρωμιοί να επισκεφτούν τη σκήτη. Ευτυχώς όμως που κάποιες Τουρκάλες τον θυμούνται με τάματα, του βάζουν λάδι στο καντήλι και του ανάβουν κανένα κεράκι. Ευτυχώς!

Μέσα στο ναό θα δούμε το υπόδημα του αγίου Σπυρίδωνα, που φορούσε όταν γύριζε στον κόσμο κηρύττοντας την αγάπη του Θεού. Θα παρατηρήσουμε επίσης και κάποια δεκανίκια, τα οποία χρησιμοποιούσαν πιστοί ανάπηροι για να τους ελεήσει ο άγιος, και έφυγαν παρατώντας τα εις ένδειξη ελάχιστης ευγνωμοσύνης.

Όταν ξυπνούσαμε θα κατηφορίζαμε την απόκρημνη γεμάτη από φραγκοσυκιές βουνοπλαγιά πλάϊ από τη σκήτη του Αγίου για να φτάσούμε στον μεγάλο βράχο που ήταν κάτασπρος από τις κουτσουλιές των γλάρων, την κουτσουλόπετρα. Από την κορυφή του βράχου κάναμε ηρωϊκές βουτιές στα βαθιά καταγάλανα νερά της Προποντίδας βλέποντας απέναντί μας την άκρη της Πριγκήπου.

Το 2004 ξαναπήγα στον Αρσένιο. Δεν μπορούσα να μην τον επισκεφτώ αφού ήμουν στη Χάλκη..Φορούσε τα ίδια ρούχα, απλός, ταπεινός όπως και τότε. Με υποδέχτηκε λες και δεν πέρασαν 45 χρόνια από την τελευταία φορά που με είδε. Η ίδια λιτότητα στο κτίσμα, στις εικόνες, στον πολυέλεο, στο δεσποτικό, στο ψαλτήρι του. Για πρώτη φορά όμως μου κέντρισε την προσοχή μια εικόνα. Μια εικόνα με βαθιά νοήματα και βέβαια παμπάλαια. Την αντέγραψα: ”Τα Ηθικά Παραγγέλματα των Αράβων Ιερέων ευρεθέντα επί τινος πλακός εν τοις ερειπίοις της Περσεπόλεως. Η πλάκα εγράφη υπό του Αρχιμαν.Κυρίου Αρσενίου εν…1906”. Μια εκ των συμβουλών που αναφέρει με περιπαικτικό τρόπο λέει : ” Μη λέγεις παν ο΄τι γινώσκεις διότι ο λέγων παν ο΄τι γινώσκει συνάμα θέλει είποι ο΄τι δεν αρμόζει

Στην επιστροφή για να βρούμε τον δρόμο του μεγάλου γύρου το θέαμα του πευκοδάσους που κάποτε παίζαμε ποδόσφαιρο ήταν αποκρουστικό.. Μια μεγάλη πυρκαγιά μετέβαλε το τοπίο σε κρανίου τόπο και ακολούθως οι εντόπιοι παράγοντες σε χωματερή σκουπιδιών του νησιού.

Ναι! τον  άγιό μας τον κατάντησαν σκουπιδότοπο  που από τη δυσωδία του χώρου σε αποτρέπουν να τον προσεγγίσεις. 

Που είσαι ρε περήφανε φιλοχαλκινέ  Nezat Gulen; Τα πεύκα σου, το κτήμα σου όπως έγραφες στα κάψανε και το μοναστήρι που το πίστευες και άναβες ευλαβικά ένα κεράκι, παρότι αλλόθρησκος, το κατάντησαν χωματερή, βόρβορο. Ο νοτιάς που θα φυσά δεν θα σου φέρνει πια ευωδίες των πεύκων αλλά μπόχα από σάπια σκουπίδια! Εμάς μας έδιωξαν! Δεν μπορέσαμε να αντιδράσουμε! Εσύ τι έκανες; Κρίμα νοσταλγέ αδελφέ μου! Πολύ κρίμα! Κάποιες αξίες αιώνων φεύγουν ανεπιστρεπτί και χάνονται στην άγρια και αδυσώπητη λήθη.

Μετά από την φοβερή αυτή παρένθεση που άλλωστε τη χρωστούσα στον άγιό μου ας επανέλθουμε στη βόλτα μας. Στη βόλτα του ΄63.

Είμαστε τώρα στο Τρίτο Γεφυράκι και η θέα από το λιθόκτιστο αυτό περβάζι είναι συγκλονιστική. Δεξιά μας η ματιά μας αγναντεύει και χάνεται στα μακρινά βουνά Σαμανλή της νότιας Βιθυνίας, στη χερσόνησο της Γιάλοβας. Αριστερά μας η άκρη της Πριγκήπου μας κοιτά υπεροπτικά, σαν να μας θυμίζει ότι είμαστε δεύτεροι, και προσθέτει ακόμη ένα πράσινο τόνο στον καμβά του πανοράματος.

Η κατηφόρα που αρχίζει είναι καλντιρίμι μέχρι το τέλος που θα συναντήσουμε τη θάλασσα. Ο λόγος είναι να αποτρέψει τον καλπασμό των αλόγων και πιθανόν κάποιο ατύχημα, μια και τα φρένα των αμαξιών, τα στριφτά χειρόφρενα, μπορεί να μην αρκούσαν για να σταματήσουν την άμαξα. Δύσκολη αυτή η κατηφόρα ακόμα και για τους έμπειρους αμαξάδες.

Νάμαστε τώρα μπροστά στον όρμο του Πευκολιμένα ή Πιτυού, όπως το αποκαλούσαν οι παλαιότεροι το Τσαμ Λιμάνι. Μια πρόχειρη ξύλινη εξέδρα για να δένουν τις λίγες βάρκες και δύο καζινάκια φτωχικά όλο και όλο το σκηνικό για κανένα τσάϊ ή αναψυκτικό. Αυτά τότε. Σήμερα; Μια Ριβιέρα α λα τούρκα από τη μια άκρη του κόλπου μέχρι την άλλη.

Θυμάμαι τη μανούλα μου όταν μας έφτιαχνε τον νόστιμο σιμιγδαλένιο της χαλβά και μας έφερνε σ αυτό το λιμανάκι να απολαύσουμε την ησυχία και τον παφλασμό από τα κύματα. Σ αυτή τη θάλασσα δεν κολυμπούσαμε. Πρώτα από όλα στον αριστερό κάβο του όρμου δέσποζε το σανατόριο και δεύτερον ο βυθός έλεγαν ότι είχε πολλές ρουφήχτρες και υπήρχε κίνδυνος πνιγμού.

Στο Τσαμλιμάνι υπήρχε γήπεδο ποδοσφαίρου κανονικών διαστάσεων και με τέρματα. Εκεί θα γινόταν κάθε χρόνο και ο τελικός του τοπικού μας τουρνουά καθώς επίσης και οι επίσημοι διανησσιακοί αγώνες. Το ντέρμπυ μεταξύ Χάλκης και Πριγκήπου είχε και πανηγυρικό χαρακτήρα  στο λιμάνι και γενικά ποδοσφαιρική κινητικότητα στο νησί αφού μας δινόταν η ευκαιρία να απολαύσουμε από κοντά τον ρωμιό άσο της Φενερμπαχτσέ και της Εθνικής Τουρκίας, τον Λευτέρη Αντωνιάδη που ενίσχυε την ομάδα της Πριγκήπου. Ο Λευτέρης, ο μοναδικός ρωμιός που σε δύσκολους για μας  καιρούς κλήθηκε να παίξει στην εθνική ομάδα της χώρας, ήταν για μας ένα ίνδαλμα και για την Φενέρ ο άσος των άσων. Όταν πέθανε τον Γενάρη του 2012 η κηδεία του ήταν πάνδημος και η σορός του εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο γήπεδο της Φενέρ πριν ενταφιαστεί στην Πρίγκηπο.

Τώρα περνάμε έξω από την είσοδο του Σανατορίου. Το Σανατόριο ή Πρεβαντόριο κτίστηκε το 1925 πάνω σε ελληνικό βακούφι για να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε μια εποχή που η θανατηφόρος φυματίωση θέριζε τον κοσμάκη επειδή η θεραπεία για την ασθένεια ήταν ακόμη άγνωστη και συνίστατο καθαρός αέρας και κατανάλωση κρέατος. Εντολή για την ίδρυσή του στο σημείο αυτό έδωσε ο ίδιος ο Κεμάλ Ατατούρκ αφού έκρινε πως η θέση ήταν ιδανική. Ο πρώτος γιατρός του σανατορίου ήταν ο διάσημος εκείνη την εποχή  Tevfik Ismail Gokce. Πολλοί από τους νοσηλευόμενους ήταν σπουδαστές από την Ανατολή που είχαν έλθει για σπουδές στην Πόλη. Ακόμη και ο Ισμέτ Ινονού νοσηλεύτηκε στο ίδρυμα. Η ανάπαυση και η εισπνοή καθαρού οξυγόνου από τον περιβάλλοντα χώρο, η θάλασσα και η συναναστροφή μεταξύ των ασθενών δημιουργούσαν προυποθέσεις για ισορροπία του ηθικού των και θετικά στοιχεία για την αποθεραπεία τους. Συναυλίες και κινηματογραφικές βραδιές ήταν κάποιες από τις εβδομαδιαίες εκδηλώσεις του ιδρύματος όπου λειτουργούσε και κέντρο αποκατάστασης των νοσηλευθέντων.  Το νοσοκομείο χαρακτηρίστηκε πρώτης κατηγορίας και οι ασθενείς εισάγοντα με λίστα αναμονής. Το 2005 εγκαινιάστηκε το νέο τμήμα Θωρακικών Χειρουργικών επεμβάσεων αλλά διέκοψε τη λειτουργία του λόγω ελλείψεων κατάλληλου εξοπλισμού  και υγιεινής. Οι κάτοικοι του νησιού εξεπλάγησαν από αυτή την απόφαση αφού ανέμεναν και  πανεπιστημιακή έδρα μέσα στο ίδρυμα. Το τελικό χτύπημα ήλθε με τη φωτιά που εξερράγη μια Κυριακή βράδυ του Οκτώβρη του 2009 και κατέστρεψε ολοσχερώς το ίδρυμα. Η πυροσβεστική του νησιού  απεδείχθη λίγη για την αντιμετώπιση της πύρινης κόλασης και εκλήθησαν επικουρικές δυνάμεις από το Μάλτεπε, Χαρταλιμή και Χαλκηδόνα. Το μόνο όμως που πρόλαβαν ήταν να εμποδίσουν τη φωτιά να επεκταθεί και να κάψει το δάσος. Με ένα τρομακτικό θόρυβο κατεδαφίστηκε ο πρώτος όροφος και το σανατόριο μετατράπηκε σε καμένα ερείπια. Υποψίες για εμπρησμό και σαμποτάζ ελέγχονται ακόμη αφού ο φάκελος της ανάκρισης για την καταστροφή παραμένει ανοιχτός.

Η τραχιά γεύση του βορριά που σε διαπερνά τώρα δεν σου αφήνει αμφιβολία ότι διασχίζεις τη βόρεια ακτή του νησιού έχοντας απέναντι την πανέμορφη Πρίγκηπο και το ρομαντικό λιμανάκι της με την πλαζ του Γεωργούλη ( Yurukali ). Αριστερά ορθώνεται η πίσω λοφοπλευρά της τρίτης καμπούρας του νησιού που είχαμε αναφέρει στην αρχή της ξενάγησης. Στην κορυφή βρίσκεται το νεκροταφείο με το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, κτισμένο από τον Δημήτρη Παναγιωτίδη. Σήμερα ούτε επιστάτης υπάρχει στο κοιμητήριο αυτό, η πόρτα είναι κλειδωμένη και κανείς δεν γνωρίζει ποιος έχει το κλειδί.

Συνεχίζοντας, για να επιστρέψουμε στην αφετηρία της περιπλάνησής μας αυτής περνάμε από την περιοχή Σοφιανού. Εδώ στην εποχή μας υπήρχε ένα αναψυκτήριο,το Safak, από την θέα της αυγής που αντίκρυζες το πρωΊ. Ένδοξες στιγμές ζήσαμε στο κέντρο αυτό στο οποίο σύχναζαν και αξιωματικοί της σχολής με τις κοπέλλες τους.

Η Αγιοταφική Μονή του Αγίου Γεωργίου του Κρημνού, η επόμενη μας στάση δηλαδή, ιδρύθηκε το δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνα στη θέση μιάς παλιάς βυζαντινής σκήτης, του Ακεψιμά και ανοικοδομήθηκε από τον μητροπολίτη  Ιωαννίκιο Καρατζά το 1758 ο οποίος και επιτέλεσε Πατριάρχης. Δυσαρεστημένος από το Φανάρι πριν τον θάνατό του αφιέρωσε την μονή στον Πανάγιο Τάφο.

Επειδή τα κελιά της μονής  μοιάζουν να αιωρούνται πάνω από τον γκρεμό της απόκρημνης αυτής ακτής  ονομάστηκε «του κρημνού». Το 1881 η μονή καταστράφηκε από την πυρκαγιά και μόνο η εικόνα του Αγίου         (κατασκευή 1764) διασώθηκε. Τον επόμενο χρόνο και μετά από γενναία χορηγία του τσάρου της Ρωσίας ξανακτίστηκε.

Εδώ έζησε και πέθανε το 1910 ο πατριάρχης Ιεροσολύμων  Νικόδημος ο Α΄ του οποίου ο τάφος  υπάρχει στον περίβολο χώρο της μονής.

Μετά τους πρόσφατους σεισμούς του 1999 η μονή τραυματισμένη σοβαρά εγκαταλείπετε και η ιδιοκτησία  της περιορίζεται μόνο στον εντός του περίβολου χώρο αφού καταπατήθηκε αυθαίρετα από την Ναυτική Σχολή.

Το πλοίο της γραμμής, που θα μας μεταφέρει στην Πόλη, ήδη απόπλευσε από τη σκάλα της Πριγκήπου και το βλέπουμε να πλησιάζει. Πρέπει λοιπόν να βιαστούμε για να προλάβουμε.

Σαν επίλογος

Είμαι περήφανος που είμαι Χαλκιανός και θεωρώ πως το νησί είναι κτήμα μας. Αυτή η θάλασσα που απλώνεται μπροστά μας, αυτά τα πεύκα, ο λόφος της Ελπίδας, ο δρόμος των ερωτευμένων, ο πευκολιμένας, τα σχολεία, το σανατόριο, τα μοναστήρια, τα παλιά ξύλινα σπίτια, τα λιβάδια, τα τσαϊρια, οι ακτές, το Χάλκη Παλάς, όλα αυτά είναι δικά μας. Ο νοτιάς που κάνει τα πεύκα να λικνίζονται και να με νανουρίζουν με το θρόϊσμά τους, τα σμήνη από κατάμαυρα κοράκια των χειμωνιάτικων απογευμάτων μας….. οι βάρκες που γυρίζουν από το ψάρεμα, οι γάτες που περιμένουν με τις ουρές σαν μαστίγια….ακόμα και τα περιττώματα των αλόγων στους δρόμους…κι αυτά δικά μας είναι !

Ρωμιοί και Τούρκοι, απασχολούμενοι και εργαζόμενοι,  λογικοί και παράφρονες, καλοί και κακοί,   όλοι οι νησιώτες δικοί μας άνθρωποι είναι , όλοι είμαστε αδέλφια !       ( Nezat Gulen )

Μπορεί σήμερα πια η Χάλκη να έχει αλλάξει. Μπορεί να της λείπουμε και να μας ψάχνει μέσα στα πυκνά πευκοδάση της, μπορεί να μη της αρέσει που δεν μας βλέπει πια να βολτάρουμε στο quai και να περιμένουμε το πλοίο στην αποβάθρα. Μπορεί να δυσφορεί που το άνοιγμα της Θεολογικής σχολής έγινε αντικείμενο διαπραγμάτευσης πολιτικών συμφερόντων για 45 χρόνια, μπορεί να θυμώνει που δεν ακούει την καμπάνα του Αη Νικόλα να χτυπά, μπορεί να απορεί που δεν υπάρχουν πια γαϊδουράκια, μπορεί να με ψάχνει, εμένα, τον Μήτσο, τον Νίκο, τον Μάκη, τη Νίτσα, την Άννα, την Πόπη και αντί για μας να βλέπει τον Αχμέτ, τον Μεχμέτ, τον Μουσταφά, τον Αλί   μπορεί…μπορεί….μπορεί.

Όμως την παρηγορεί κάτι πολύ πιο πολύτιμο από την παρουσία μας. Ξέρει ότι όλοι εμείς την έχουμε στην καρδιά μας, στη μνήμη μας, την αναφέρουμε πάντοτε με ένα ”Αχ! Και να μουν εκεί! ”. Και όταν κάπου κάπου την σκεπτόμαστε αυτή μας ακούει και μας αναγνωρίζει και τότε…τότε ένα δάκρυ θα κυλά δίπλα στον Μύλο, στον Ασάφη, στον Αρσένιο προς την θάλασσα. Είναι το τίμημα του χρόνου που τόσο αδυσώπητα πέρασε χαράζοντας τη Χάλκη ανεξίτηλα στη μνήμη μας.

Οι πολίτες όλοι έχουμε δύο ηλικίες. Η πρώτη αρχίζει από τη μέρα  που γεννηθήκαμε,  ενώ η δεύτερη από τη μέρα που εγκαταλείψαμε την Πόλη . Και οι δύο ηλικίες έχουν δυστυχώς την ίδια λήξη. 

                                                                                                                                (Πέτρος Μάρκαρης)

Μέχρι τότε όμως ελπίζουμε ! Ελπίζουμε στη φιλία, στην αγάπη των απογόνων των δύο λαών, στην ειρήνη έστω με τις διακυμάνσεις της. Ελπίζουμε ότι κάτω από νέες προϋποθέσεις, οι επόμενες γενιές θα ξαναζήσουν όσα με τόση αγάπη και νοσταλγία σας διηγήθηκα.

2 Replies to “ΧΑΛΚΗ, Η ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΟΣΤΑΛΓΟΥ”

  1. Ωρε γιαβριμ
    ωραιες αναμνησεις αλλα μου τα χαλας οσον αφορα την οικογενεια μου…
    Ο Γιάννος κι η Ανθούλα εκάμανεν 7 τέκνα
    την Ζαφείρα,την Ελευθερία,τον Γρηγόρη,την Χρυσούλα,την Αφεντούλα,την Αργυρώ και την Μαρία που ο Κύριος την πήρε κοντά του μωράκι…
    Επισης δεν κατεχω που πηρες τις πληροφοριες αλλα ολοι μιλαγανε και μιλανε ακομα και σημερα με τα καλυτερα λογια για τον παππου μου κι αν μερικες φορες εκανε τρελες ηταν μονο οταν υπηρχαν τριγυρω τουρκοι για να μην τον πειραζουν.
    Οσο για την αναφωνιση στην εκκλησια μπορει σημερα να ακουγεται γελοιο αλλα η Πιστη μας ηταν ειναι και θα ειναι ανωτερα των επιθυμιων μας.
    Παρακαλω να διορθωσεις τα λαθη σου και τις ιστορικες αναληθειες και να ξερεις οτι αν οχι σοφος ή προφητης ηταν ενας αγνος ανθρωπος που τον παρουσιαζεις σαν τον καραγκιοζη…

    1. Δεν θεωρώ ότι προκάλεσα ή ότι πρόσβαλα κανένα με την αναφορά μου στον Γιάννο της Χάλκης. Την πηγή των πληροφοριών τις αναφέρω και πιστεύω ότι είναι από αξιόλογο άτομο που έγραψε πολλά για την Χάλκη. Επίσης υπάρχει και η προσωπική μου εκτίμηση για τον Γιάννο καθότι τον γνώρισα και τον έζησα από κοντά επειδή είμασταν και γείτονες. Καμιά φορά οι αλήθειες ενοχλούν, το ξέρω, αλλά πίστεψέ με στο άρθρο αυτό παρουσιάζω τις προσωπικές μου αναμνήσεις όπως εγώ τις έζησα χωρίς υπερβολές αλλά κυρίως χωρίς ψέματα και φαντασίες.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *